Tα καστανά του μαλλιά είναι γεμάτα λόγια. Τον συνάντησα πριν λίγο καιρό μέσα σε ένα τσουβάλι με κασσέτες και τον ψάρεψα. Τότε είχε ακόμα τα μαλλιά μέσα στην κοιλιά του, μόνο έτσι γίνεται να ακουστούν τα λόγια του. Αλλά του τα έβγαλα, έτσι κι αλλιώς το τελευταίο κασετόφωνο που είχε μείνει στο σπίτι ήταν το δικό μου και χάλασε αυτό το καλοκαίρι.
Κροκάνθρωπος
αν είσαι ΚΡΟΚ
Πέμπτη, Μαρτίου 24, 2011
Δευτέρα, Αυγούστου 16, 2010
Δευτέρα, Ιουνίου 14, 2010
Evening Star
Πέμπτη, Απριλίου 15, 2010
Τετάρτη, Φεβρουαρίου 10, 2010
plastic doll
Κάρβουνο και μολύβια, σχέδιο από πρωτότυπη φωτογραφία 7-2-2010 Μ.Ζ.
Μια πλαστική κούκλα σε κάποια βιτρίνα του Λονδίνου μου κίνησε το ενδιαφέρον. Την τράβηξα φωτογραφία και μετά από ένα χρόνο σκέφτηκα να την σχεδιάσω.
Παρασκευή, Ιανουαρίου 08, 2010
Σάββατο, Δεκεμβρίου 05, 2009
Δευτέρα, Νοεμβρίου 09, 2009
Παρασκευή, Οκτωβρίου 23, 2009
Σάββατο, Αυγούστου 08, 2009
Τρίτη, Ιουλίου 28, 2009
Τραγούδι
χαλκογραφία με ακουατίντα, etat 3, Ιωάννινα, 2006, Μ.Ζ.
Μπήκες κρυφά μες στο καράβι των ηρώων
κι αυτοί που χαιρετούσαν στη στεριά γελάγαν δυνατά
Χαθήκαν οι αγάπες σου στα γύφτικα παζάρια
φθηνά λόγια κι αρώματα κρατούσες για φλουριάΚι αν κουβαλώντας το πιθάρι σου σε ποτισμένη άμμο
οι άγκυρες σε φύλαγαν τυφλά
καθρέφτιζαν στο ασπράδι σου τις βυθισμένες άρπες
που με κομμένα αυτιά οι φίλοι σου έχουν ξεχάσει πια
Προσκυνητής μια νύχτα έφτασες σ' ένα νησί του ήλιου
εκεί το πέλαγος σε ξέβρασε σοφά
γιατί αφρός της θάλασσας και σάλιο ένα έχουν γίνει
κι έτσι φτωχός που πέθανες λυπάται η κυρά
Δευτέρα, Ιουλίου 27, 2009
Η αρχιράφτρα
«Γιατί δε μ’ έπαιρνε ο Χάρος. Περίμενα τόση ώρα και πόναγα». Αυτά και άλλα πολλά μονολογούσε η Κατέρω από το χωριό Πολύγυρο της Ηπείρου μέσα στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο τέλη Ιουλίου του 2009. Αποκοιμήθηκε στην καρέκλα και έσπασε τον μηρό της πέφτοντας κάτω.«Βράδυ και μέρα, μπορεί να ήταν βράδυ, μπορεί και μέρα, δε θυμάμαι. Κοιμάμαι και ξυπνάω, κάποιες φορές είναι βράδυ και κάποιες είναι μέρα».
Η θεία Κατέρω. Ζει μόνη της σε ένα σπίτι μόνο του, σε μια ανηφόρα. Δε το βλέπεις το σπίτι, ακόμα και να ψάχνεις πρέπει να ξέρεις ότι είναι εκεί, μέσα στα δέντρα. Πρόσφατα περνούσαν πολλοί άνθρωποι μπροστά από το σπίτι της, εργάτες, τουρίστριες. Έβλεπε τις σκιές τους στις κουρτίνες των παραθύρων. Αλλά όταν περνούσαν το βράδυ, φοβόταν. Αυτά είπε και την επισκέφτηκαν οι κοντινοί της άνθρωποι. «Φαντάζεται ανθρώπους, το’ χει χάσει. Εκεί δεν πατάει κανείς».
Δεν είναι τρελή όμως. Εξήντα χρόνια μόνη σε αυτό το σπίτι. Το έχει ζήσει τότε που περνούσαν από έξω και άνθρωποι, όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Η αρχιράφτρα του Πολύγυρου. Ο ανιψιός της, της καθάρισε τα γυαλιά «Αμ είδες; Δεν έβλεπα τίποτα». Στο σπίτι μου έχω ένα κιλίμι της «Θα της πήρε και ένα, ενάμισι μήνα να το τελειώσει. Το έβαζαν πάνω στα γαϊδούρια για ομορφιά όταν πήγαιναν σε κανέναν γάμο» είχε πει ο αδερφός της. «Το ‘φτιαξε στον αργαλιό. Λέγαμε στο χωριό μου: Το κέντημα είναι γλέντισμα και η ρόκα το σεργιάνι, κι αυτός ο έρμος ο αργαλιός κατακλυσμός μεγάλος. Γιατί όταν κεντούσαν οι κοπέλες μαζεύονταν και συζητούσαν, έκαναν και τη ρόκα μαζί. Όμως όταν κάθονταν στον αργαλιό, εκεί ήθελε δουλειά, ήσουν μόνη» είχε πει η γυναίκα του.
Και ποτέ της δεν είχε άντρα. Ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Η πρώτη φορά που πήγε στο νοσοκομείο, η πρώτη φορά που έβαλε ορό και παραξενεύτηκε που δεν νιώθει το υγρό να μπαίνει στο αίμα της. Είναι 81 χρονών. Αλλά ποιος θα μου πει εμένα ή εσένα την ιστορία ενός ανθρώπου; Πώς η μοναξιά είναι δουλειά κι η ομορφιά ο αργαλιός.
Η θεία Κατέρω. Ζει μόνη της σε ένα σπίτι μόνο του, σε μια ανηφόρα. Δε το βλέπεις το σπίτι, ακόμα και να ψάχνεις πρέπει να ξέρεις ότι είναι εκεί, μέσα στα δέντρα. Πρόσφατα περνούσαν πολλοί άνθρωποι μπροστά από το σπίτι της, εργάτες, τουρίστριες. Έβλεπε τις σκιές τους στις κουρτίνες των παραθύρων. Αλλά όταν περνούσαν το βράδυ, φοβόταν. Αυτά είπε και την επισκέφτηκαν οι κοντινοί της άνθρωποι. «Φαντάζεται ανθρώπους, το’ χει χάσει. Εκεί δεν πατάει κανείς».
Δεν είναι τρελή όμως. Εξήντα χρόνια μόνη σε αυτό το σπίτι. Το έχει ζήσει τότε που περνούσαν από έξω και άνθρωποι, όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Η αρχιράφτρα του Πολύγυρου. Ο ανιψιός της, της καθάρισε τα γυαλιά «Αμ είδες; Δεν έβλεπα τίποτα». Στο σπίτι μου έχω ένα κιλίμι της «Θα της πήρε και ένα, ενάμισι μήνα να το τελειώσει. Το έβαζαν πάνω στα γαϊδούρια για ομορφιά όταν πήγαιναν σε κανέναν γάμο» είχε πει ο αδερφός της. «Το ‘φτιαξε στον αργαλιό. Λέγαμε στο χωριό μου: Το κέντημα είναι γλέντισμα και η ρόκα το σεργιάνι, κι αυτός ο έρμος ο αργαλιός κατακλυσμός μεγάλος. Γιατί όταν κεντούσαν οι κοπέλες μαζεύονταν και συζητούσαν, έκαναν και τη ρόκα μαζί. Όμως όταν κάθονταν στον αργαλιό, εκεί ήθελε δουλειά, ήσουν μόνη» είχε πει η γυναίκα του.
Και ποτέ της δεν είχε άντρα. Ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Η πρώτη φορά που πήγε στο νοσοκομείο, η πρώτη φορά που έβαλε ορό και παραξενεύτηκε που δεν νιώθει το υγρό να μπαίνει στο αίμα της. Είναι 81 χρονών. Αλλά ποιος θα μου πει εμένα ή εσένα την ιστορία ενός ανθρώπου; Πώς η μοναξιά είναι δουλειά κι η ομορφιά ο αργαλιός.
Πολύγυρος Δωδώνης, ψηφιακή φωτογραφία, 16-09-07, Μ.Ζ.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)